ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: ΠΤΥΧΙΑ ΑΓΓΛΙΚΩΝ

25 Ιούλ

Σε συνέχεια της έκδοσης της προκήρυξης 3Κ/2025 και της αιφνιδιαστικής απαίτησης
για υποχρεωτική γνώση ξένης γλώσσας επιπέδου “πολύ καλό (C1)”, το σωματείο μας
έχοντας επίγνωση της πίεσης που προκαλούν οι αυξημένες απαιτήσεις, ιδίως για
συναδέλφους που εργάστηκαν σκληρά για χρόνια χωρίς να απαιτείται η κατοχή
συγκεκριμένων προσόντων, αναγνωρίζει την απογοήτευση και την ανασφάλεια που
έχει δημιουργηθεί
σε πολλούς απόφοιτους της ειδικότητας μας.


Μέσα σε αυτό το κλίμα, έχουν φτάσει σε γνώση μας πληροφορίες, ακόμα γενικές, όχι
επιβεβαιωμένες με τρόπο που να μας επιτρέπει καταγγελία ή τεκμηριωμένη
αναφορά για την ώρα στις Αρχές,
για την ύπαρξη “παραεκπαιδευτικών» μηχανισμών
που αναλαμβάνουν με αμοιβή την παράνομη “διευκόλυνση” εξετάσεων για την
απόκτηση πιστοποιητικών ξένων γλωσσών.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, φέρεται να
έχει εφαρμοστεί ακόμα και αντικατάσταση υποψηφίων με τρίτα πρόσωπα, τα οποία
προσέρχονται να εξεταστούν στη θέση του ενδιαφερόμενου. Το κόστος αυτών των
πτυχίων είναι ιδιαίτερα αυξημένο (>1200 ευρώ) και οι μηχανισμοί αυτοί δεν
σχετίζονται με φορείς πιστοποίησης ή επίσημα και μεγάλα εξεταστικά κέντρα.


Το φαινόμενο αυτό δεν είναι άγνωστό καθώς μέχρι τώρα τουλάχιστον δυο τέτοιες
περιπτώσεις κυκλωμάτων έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη, με την πρώτη μεγάλη
υπόθεση το 2019 που έχει σταλεί στο δικαστήριο και το 2025 που είναι σε δικαστική
διερεύνηση


Εάν και εφόσον ισχύουν τα παραπάνω, κάθε τέτοια πρακτική — είτε πρόκειται για
αλλοίωση αποτελέσματος μέσω εκ των προτέρων γνωστών θεμάτων, είτε για
συμμετοχή άλλου προσώπου στις εξετάσεις
καθιστά το πιστοποιητικό νομικά
νοθευμένο,
ακόμα κι αν φέρει τη σφραγίδα επίσημου αναγνωρισμένου φορέα. Σε
νομικούς όρους, ισοδυναμεί με πλαστό ή παραποιημένο τίτλο, με όλες τις συνέπειες
που αυτό συνεπάγεται.
Η χρήση ψευδών ή παραποιημένων πιστοποιητικών, ακόμη και υπό πίεση ή
απόγνωση, δεν αποτελεί προσωρινή λύση , αντιθέτως αποτελεί ένα διαρκές βάρος
που ακολουθεί όποιον το χρησιμοποιεί, με συνέπειες που μπορούν να τον
συνοδεύουν για όλη του τη ζωή.

Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο και ειδικότερα το άρθρο 20 του Υπαλληλικού
Κώδικα (Ν.3528/2007),
την παράγραφο λγ. του άρθρου 107 καθώς και τα άρθρα 216
και 386 του Ποινικού Κώδικα
(περί πλαστογραφίας και απάτης) — η προσκόμιση
πλαστού ή νοθευμένου πιστοποιητικού για σκοπούς διορισμού ή συμμετοχής σε
διαγωνισμό δεν είναι “μια εφάπαξ” πράξη.


Αντιθέτως:
 Το επίμαχο έγγραφο παραμένει στον υπηρεσιακό φάκελο και θεωρείται ότι
παράγει έννομες συνέπειες για όσο διάστημα παραμένει ενεργό, δηλαδή για
όσο διατηρείται ο υπάλληλος στη θέση που κατέλαβε με βάση αυτό
 Η πράξη μπορεί να ανασυρθεί ανά πάσα στιγμή, είτε από δειγματοληπτικό
έλεγχο, είτε αυτεπάγγελτα από τις υπηρεσίες ή κατόπιν καταγγελίας (άρθρο 20
παρ. 1 Ν.3528/2007).

Η ανάκληση διορισμού είναι διοικητικό μέτρο και όχι ποινική κύρωση,
επομένως δεν παραγράφεται με τον χρόνο ενώ η μισθοδοσία που έχει
καταβληθεί και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα
που αποκτήθηκαν μπορεί να
αμφισβητηθούν από το Ελεγκτικό Συνέδριο.
 Η πράξη συνιστά διαρκές πειθαρχικό παράπτωμα (άρθρο 107 περ. λγ. ΥΚ)
και ενδέχεται να οδηγήσει σε οριστική παύση.


Από ποινική άποψη, αν η πλαστογράφηση του τίτλου είχε σκοπό τον παράνομο
διορισμό και επέφερε οικονομική ζημία στο Δημόσιο, μπορεί να χαρακτηριστεί ως
κατ’ εξακολούθηση απάτη (άρθρο 386 ΠΚ) και πλαστογραφία μετά χρήσεως
(άρθρο 216)
, ιδίως όταν το όφελος υπερβαίνει τις 120.000 €, με ποινές κάθειρξης έως
15 έτη.


Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει πως δεν υπάρχει “παραθυράκι” για να
ξεχαστεί το θέμα.
Το αντίθετο: πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι βρέθηκαν, ακόμη και μετά
από 20 ή 30 χρόνια υπηρεσίας, να απολύονται, να χάνουν αναδρομικά τη σύνταξή

τους, και να αντιμετωπίζουν πειθαρχικές ή ποινικές διώξεις χωρίς να προλάβουν καν
να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.


Σε όλες τις περιπτώσεις που έχουν αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα, η διερεύνηση ξεκίνησε
όταν οι αρμόδιες αρχές εντόπισαν πρόσωπα που φέρονταν να έχουν κεντρικό ή
“οργανωτικό” ρόλο στη λειτουργία των κυκλωμάτων. Από εκεί, ακολούθησε
ιχνηλάτηση των επαφών τους, ανάλυση τραπεζικών εμβασμάτων και συγκέντρωση
επιμέρους στοιχείων, τα οποία ανέδειξαν ένα κοινό μοτίβο: δεκάδες ή και
εκατοντάδες υποψήφιοι εμφανίζονταν να συμμετέχουν σε εξετάσεις σταθερά στα
ίδια εξεταστικά κέντρα, συχνά εκτός της περιοχής κατοικίας τους, και σε
συγκεκριμένες ημερομηνίες, παρουσιάζοντας μάλιστα πανομοιότυπα ή ύποπτα
όμοια αποτελέσματα.


Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών από το 2019 έως το 2024, έχουν
ανακληθεί οι διορισμοί άνω των 1.000 υπαλλήλων
επειδή κατά τη διαδικασία
πρόσληψής τους κατέθεσαν πλαστά ή νοθευμένα δικαιολογητικά, από πτυχία
γλωσσομάθειας, υπολογιστών έως και αλλοιώσεις στους βαθμούς.


Αν κάποιος από τους συμμετέχοντες στην 3κ/2025, όπως και σε κάθε άλλη
προκήρυξη, σκέφτεται να κάνει χρήση ενός τέτοιου πιστοποιητικού, χρειάζεται να
γνωρίζει ότι δεν πρόκειται για “πιστοποιητικό μιας χρήσης”.


Είναι κάτι που μπορεί να του στοιχίσει εργασία, σύνταξη, αξιοπρέπεια και να τον
καταδιώκει σε κάθε έλεγχο, για 40 χρόνια.


Ακόμα και για κάποιον που δεν είναι διοριστέος, η προσκόμιση ενός τέτοιο νοθευμένου
πιστοποιητικού, θα έχει σαν αποτέλεσμα τον πενταετή του αποκλεισμό από
οποιεσδήποτε διαδικασίες ΑΣΕΠ, τόσο για τακτικό προσωπικό όσο για ΣΟΧ, εκτός
των ενδεχόμενων ποινικών του ευθυνών.


Το σωματείο μας, ως πάγια θέση, ζητάει ρεαλισμό και διαφάνεια στη διαχείριση των
προσόντων της ειδικότητας και καταδικάζει κάθε αιφνιδιασμό. Ταυτόχρονα όμως
θεωρούμε αυτονόητη την τήρηση της νομιμότητας που θεσμικά οφείλουμε να
υπερασπιζόμαστε και δεν μπορούμε να σιωπήσουμε μπροστά σε επιλογές που εάν
και εφόσον γίνουν, όσο “κατανοητές” κι αν φαίνονται τη στιγμή της απόγνωσης
, μπορεί να
μετατραπούν σε ένα βαρύ και μόνιμο πρόβλημα, τόσο για την ειδικότητα όσο και για
τους ίδιους τους υποψηφίους